Μια φορά κι έναν καιρό, την εποχή που κυριαρχούσε η αληθινή αγάπη, αλλά και η Μαγεία, ξεχώρισαν δυο νέοι, σ'έναν τόπο όμορφο και μαγικό,στο νησί του Θεού Ηφαίστου,στη Λήμνο. Τότε επικρατούσε ο φόβος και η δεισιδαιμονία..Όμως υπήρχε πραγματική αγάπη στους ανθρώπους..Σ΄ ένα χωριό, απομακρισμένο απ'όλα τ'άλλα, δυο νέοι, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι ερωτεύτηκαν τρελά,παράφορα..Αγαπήθηκαν βαθιά..Το αγόρι το έλεγαν Δημητρό και το κορίτσι Υψιπύλη..Ήταν φτωχά παιδιά. όμως πολύ νέα και γεμάτοι από όρεξη για ζωή και δουλειά.. Ο Δημητρός δούλευε στα χωράφια των πλούσιων γεωκτημόνων για να βγάλει μια μπουκιά ψωμί..Η Υψιπύλη ήξερε καλά να δουλεύει τον αργαλειό..Ύφαινε προικιά για τις πλούσιες κυράδες..Ο Έρωτας των δύο νέων δεν έμεινε κρυφός για πολύ..Ο Δημητρός πήρε το θάρρος και ζήτησε την Υψιπύλη από τον πατέρα της..Εκείνος με πολλή χαρά τον δέχτηκε για άντρα της κόρης του,μιας και ήταν το καλύτερο και πιο εργατικό παιδί του χωριού..Οι δύο ερωτευμένοι νέοι άρχισαν τα όνειρα μιας ευτυχισμένης ζωής..Με το πέρασμα το καιρού ξεκίνησαν τις ετοιμασίες του Γάμου και του σπιτικού..Ο Δημητρός εργαζόταν περισσότερες ώρες και πιο σκληρά στα χωράφια..Τον έψηνε ο ήλιος και τον έκοβε η βροχή..Το ίδιο έκανε και η Υψιπύλη..Ύφαινε συνέχεια, ασταμάτητα, ώσπου τα χέρια της είχαν κάνει πληγές..Μια όμορφη καλοκαιρινή μέρα, λίγο καιρό πριν το Γάμο..Στο σπιτάκι που ύφαινε η Υψιπύλη παρουσιάζεται μια όμορφη και πλούσια κόρη από ένα γειτονικό χωριό..Της είπε,πως θα της έδινε πολλά χρήματα για να της υφάνει τα προικιά της..Είχε ακούσει πολύ καλά λόγια για τα υφαντά της από τις φίλες της..Εκείνη χάρηκε πολύ και την ευχαρίστησε τόσο πολύ που την κάλεσε στο γάμο της..Τότε,ξαφνικά μπαίνει στο δωμάτιο ο Δημητρός..Λέει η Υψιπύλη στην πλούσια κόρη:
"Τούτος είν' ο άντρας μου.. Η αγάπη μου η παντοτινή"..Εκείνη τη στιγμή η κόρη ζήλεψε τόσο πολύ την αγάπη τους,που ήθελε να την χαλάσει και ο Δημητρός να πάρει αυτήν..Όμως είδε στα μάτια τους πόσο αγαπαέι ο ένας τον άλλο και θα δυσκολευόταν να τους χωρίσει..Ευθύς αμέσως τρέχει με την άμαξα στο χωρίό της και σκεφτόταν με ποιό τρόπο θα διαλύσει αυτή την αγάπη..Έτσι όπως καθόταν στο κρεβάτι της και σκεφτόταν χίλιες δυο άσχημες λύσεις, βλέπει έξω απ'το παράθυρό της την
παράγκα ενός ηλικιωμένου ανδρός, που οι φήμες έλεγαν πως είναι μάγος και πως ζούσε απ'τα μάγια..Ήταν αποφασισμένη να κάνει τα πάντα για να χαλάσει την ευτυχία των δύο ερωτευμένων παιδιών.. Κατεβαίνει και χτυπάει την πόρτα του..Της ανοίγει και αντικρίζει έναν πάρα πολύ μεγάλο άντρα,που έχει ξεπεράσει τα εκατό..Η όψη του είναι άγρια και αγέλαστη..Του λέει: " Μάγε, θέλω να ξεκάμω την αγάπη,για να την πάρω εγώ"..Τότε εκείνος της απαντά:
"Κόρη, ξέρω γιατί ήρθες..Η ζήλεια φαίνεται στα μάτια σου κι έχει μαυρίσει την καρδιά σου..Αυτό που μου ζητάς να κάμω θα το πληρώσεις ακριβά..Η περιουσία σου δε φτάνει, ούτε για τα μισά ξόρκια..Αν πάει κάτι στραβά και λυθούν τα μάγια, τότε θα σου πάρω τη νιότη σου και την ομορφιά σου.." Εκείνη ήταν τόσο θολωμένη από τη ζήλεια και το μίσος, που δέχτηκε τον όρο του Μάγου.."Πότε θα γίνει;" τον ρωτά."Τη μέρα του Γάμου"..Έφυγε ικανοποιημένη από την απάντηση του γέρου Μάγου και περίμενε την ημέρα του Γάμου, όπου θα έβλεπε με τα ίδια της τα μάτια την καταστροφή της ευτυχίας των δύο νέων..
Στο χωριό ακούγονται γέλια και χαρές..Έφτασε η ημέρα του Γάμου του Δημητρού και της Υψιπύλης..Έγιναν όλα όπως τα ορίζει το Έθιμο του Γάμου στα νησιά..Στόλισαν τους νεόνυμφους με φωνές και με τραγούδια..Με κεράσματα και πειράγματα..Ήταν όλοι πολύ ευτυχισμένοι..Φτάνοντας στην Εκκλησία ο Δημητρός πιάνει από το χέρι την Υψιπύλη και ακολουθούν τον Ιερέα,που θα τους έκανε αντρόγυνο..μόλις ξεκινά το Μυστήριο του Γάμου, μπήκε μέσα στην Εκκλησία ο Μάγος..Ξεκίνησε να λέει τα ξόρκια του..Τίποτα δεν τον σταματούσε..Έβγαιναν οι μαγικές λέξεις απ'το στόμα του σαν ψίθυρος μέσα στο σκοτάδι.."Όλες οι δυνάμεις του Σκότους μαζευτείτε να μαράνετε τη νύφη..Σαν το κερί να λίωνει και να σβήνει μέχρι να λαλήσει ο κόκκινος ο πετεινός της αυγής"..Ξαφνικά χάθηκε ο ήλιος..Όλα γύρω σκοτείνιασαν..Η Υψιπύλη έπεσε κάτω χάνοντας τις αισθήσεις της..Η πλούσια κόρη που στεκόταν σε μια γωνιά γελούσε διακριτικά για το κακό που έπαθε το ζευγάρι..Ο Δημητρός πήγε την Υψιπύλη στο σπίτι τους, που είχαν ετοιμάσει για το πρώτο βράδυ του έρωτα και της αγάπης..Περνούσαν οι ώρες και η κοπέλα έλιωνε σαν το κερί..Καιγόταν στον πυρετό..Ο γιατρός που την εξέτασε δε μπόρεσε να την γιατρέψει..Έμειναν μόνοι τους στο σπίτι..χωρίς καμιά βοήθεια..Τότε οι γονείς της Υψιπύλης είπαν στο Δημητρό " Παιδί μου, αυτό που έπαθε η κόρη μας δε γιατρεύεται..Της έκαναν μάγια..Μόνο με μάγια θα γίνει καλά"..Η νύχτα τελείωνε και η κοπέλα αργοπέθαινε..Εν τω μεταξυ στο γειτονικό χωριό η πλούσια κόρη χαιρόταν που πέθαινε η Υψιπύλη..Έτσι θα έπαιρνε εκείνη όλη την ευτυχία και την αγάπη από τον άντρα της.." Αγάπη μου', είπε ο Δημητρός "δε θα σ'αφήσω να χαθείς..Θα σε σώσω και θα είμαστε πάλι ευτυχισμένοι"..Φιλάει το χέρι της Υψιπύλης και τρέχει γρήγορα στα χωράφια που δούλευε..Εκεί ζούσε ένας μοναχικός άντρας, που πολλές φορες είχαν μιλήσει και είχε πεί στο Δημητρό πως ξέρει να λύνει μάγια..Χτυπάει την πόρτα του Μάγου και του λέει όλα όσα έγιναν.."Πάμε γρήγορα παιδί μου" του λεει και ξεκινάνε για το σπιτι..
Μόλις μπήκαν μέσα και αντίκρισε ο Μάγος την κοπέλα να λιώνει σαν κερί και ν'αργοπεθαίνει είπε "Δημητρό,πιάσε με από το χέρι και πες μαζί μου αυτά τα λόγια..Ξόρκι σκοτεινό, ξόρκι μαγικό..Άσε την αγάπη και τη Νιότη, βρες τη Ζήλεια και την Κακία..Εκεί να φωλιάζεις και να ζεις πάντα..Ήλιο να μην ξαναδείς..Μόνο σκοτάδι"..Τότε ένα λευκό φως γεμίζει το δωμάτιο και η Υψιπύλη αποκτά την ομορφιά της νιότης..Ο Δημητρός τρέχει και την αγκαλιάζει φιλώντας την ασταματητα.."Αγάπη μου, είσαι καλά..Πάντα θα σε φροντίζω και θα σ'αγαπώ..Είσαι η Ψυχή μου και το Φως μου..Χωρίς εσένα μόνο Σκοτάδι"..Έτσι όπως ήταν αγκαλιασμένοι ακούστηκε ο κόκκινος ο πετεινός της Αυγής..Την άλλη μέρα όλα ήταν όμορφα και φωτεινά για τους δύο Νέους..Η ζωή ήταν μπροστά τους για να τη ζήσουν πάντα αγαπημένοι..Στο γειτονικό χωριό, όμως η πλούσια κόρη ξύπνησε ευτυχισμένη πιστεύοντας πως η Υψιπύλη πέθανε και μαζί μ'αυτήν και η αγάπη του Δημητρού..Πηγαίνοντας να χτενίσει τα μαλλιά της μπροστά στον καθρέφτη, βλέπει μια πολύ άσχημη όψη μιας ηλικιωμένης γυναίκας..Τότε κατάλαβε πως τα μάγια λύθηκαν και ο Μάγος πήρε τη νιότη της και την ομορφιά της..Δεν άντεξε και ράγισε η καρδιά της απο τη συμφορά που τη βρήκε..Έτσι Ο Δημητρός και η Υψιπύλη έζησαν μαζί,μια ζωή ευτυχισμένη..Με την Αγάπη τους νίκησαν τα Μάγια και την Κακία ζώντας μέσα στο Φως για Πάντα!!
"Τούτος είν' ο άντρας μου.. Η αγάπη μου η παντοτινή"..Εκείνη τη στιγμή η κόρη ζήλεψε τόσο πολύ την αγάπη τους,που ήθελε να την χαλάσει και ο Δημητρός να πάρει αυτήν..Όμως είδε στα μάτια τους πόσο αγαπαέι ο ένας τον άλλο και θα δυσκολευόταν να τους χωρίσει..Ευθύς αμέσως τρέχει με την άμαξα στο χωρίό της και σκεφτόταν με ποιό τρόπο θα διαλύσει αυτή την αγάπη..Έτσι όπως καθόταν στο κρεβάτι της και σκεφτόταν χίλιες δυο άσχημες λύσεις, βλέπει έξω απ'το παράθυρό της την
παράγκα ενός ηλικιωμένου ανδρός, που οι φήμες έλεγαν πως είναι μάγος και πως ζούσε απ'τα μάγια..Ήταν αποφασισμένη να κάνει τα πάντα για να χαλάσει την ευτυχία των δύο ερωτευμένων παιδιών.. Κατεβαίνει και χτυπάει την πόρτα του..Της ανοίγει και αντικρίζει έναν πάρα πολύ μεγάλο άντρα,που έχει ξεπεράσει τα εκατό..Η όψη του είναι άγρια και αγέλαστη..Του λέει: " Μάγε, θέλω να ξεκάμω την αγάπη,για να την πάρω εγώ"..Τότε εκείνος της απαντά:
"Κόρη, ξέρω γιατί ήρθες..Η ζήλεια φαίνεται στα μάτια σου κι έχει μαυρίσει την καρδιά σου..Αυτό που μου ζητάς να κάμω θα το πληρώσεις ακριβά..Η περιουσία σου δε φτάνει, ούτε για τα μισά ξόρκια..Αν πάει κάτι στραβά και λυθούν τα μάγια, τότε θα σου πάρω τη νιότη σου και την ομορφιά σου.." Εκείνη ήταν τόσο θολωμένη από τη ζήλεια και το μίσος, που δέχτηκε τον όρο του Μάγου.."Πότε θα γίνει;" τον ρωτά."Τη μέρα του Γάμου"..Έφυγε ικανοποιημένη από την απάντηση του γέρου Μάγου και περίμενε την ημέρα του Γάμου, όπου θα έβλεπε με τα ίδια της τα μάτια την καταστροφή της ευτυχίας των δύο νέων..
Στο χωριό ακούγονται γέλια και χαρές..Έφτασε η ημέρα του Γάμου του Δημητρού και της Υψιπύλης..Έγιναν όλα όπως τα ορίζει το Έθιμο του Γάμου στα νησιά..Στόλισαν τους νεόνυμφους με φωνές και με τραγούδια..Με κεράσματα και πειράγματα..Ήταν όλοι πολύ ευτυχισμένοι..Φτάνοντας στην Εκκλησία ο Δημητρός πιάνει από το χέρι την Υψιπύλη και ακολουθούν τον Ιερέα,που θα τους έκανε αντρόγυνο..μόλις ξεκινά το Μυστήριο του Γάμου, μπήκε μέσα στην Εκκλησία ο Μάγος..Ξεκίνησε να λέει τα ξόρκια του..Τίποτα δεν τον σταματούσε..Έβγαιναν οι μαγικές λέξεις απ'το στόμα του σαν ψίθυρος μέσα στο σκοτάδι.."Όλες οι δυνάμεις του Σκότους μαζευτείτε να μαράνετε τη νύφη..Σαν το κερί να λίωνει και να σβήνει μέχρι να λαλήσει ο κόκκινος ο πετεινός της αυγής"..Ξαφνικά χάθηκε ο ήλιος..Όλα γύρω σκοτείνιασαν..Η Υψιπύλη έπεσε κάτω χάνοντας τις αισθήσεις της..Η πλούσια κόρη που στεκόταν σε μια γωνιά γελούσε διακριτικά για το κακό που έπαθε το ζευγάρι..Ο Δημητρός πήγε την Υψιπύλη στο σπίτι τους, που είχαν ετοιμάσει για το πρώτο βράδυ του έρωτα και της αγάπης..Περνούσαν οι ώρες και η κοπέλα έλιωνε σαν το κερί..Καιγόταν στον πυρετό..Ο γιατρός που την εξέτασε δε μπόρεσε να την γιατρέψει..Έμειναν μόνοι τους στο σπίτι..χωρίς καμιά βοήθεια..Τότε οι γονείς της Υψιπύλης είπαν στο Δημητρό " Παιδί μου, αυτό που έπαθε η κόρη μας δε γιατρεύεται..Της έκαναν μάγια..Μόνο με μάγια θα γίνει καλά"..Η νύχτα τελείωνε και η κοπέλα αργοπέθαινε..Εν τω μεταξυ στο γειτονικό χωριό η πλούσια κόρη χαιρόταν που πέθαινε η Υψιπύλη..Έτσι θα έπαιρνε εκείνη όλη την ευτυχία και την αγάπη από τον άντρα της.." Αγάπη μου', είπε ο Δημητρός "δε θα σ'αφήσω να χαθείς..Θα σε σώσω και θα είμαστε πάλι ευτυχισμένοι"..Φιλάει το χέρι της Υψιπύλης και τρέχει γρήγορα στα χωράφια που δούλευε..Εκεί ζούσε ένας μοναχικός άντρας, που πολλές φορες είχαν μιλήσει και είχε πεί στο Δημητρό πως ξέρει να λύνει μάγια..Χτυπάει την πόρτα του Μάγου και του λέει όλα όσα έγιναν.."Πάμε γρήγορα παιδί μου" του λεει και ξεκινάνε για το σπιτι..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου